Η 7η
Σύνοδος των Αμερικανικών Κρατών και η ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών
Στις 10-11 Απριλίου 2015 συντελέστηκε η Έβδομη Συνόδου των Αμερικανικών Κρατών
στον Παναμά. Πρόκειται για μία συνάντηση κορυφής στην οποία συμμετέχουν οι πρόεδροι
των 34 χωρών καθ’ όλης της Αμερικής (εξαρουμένης της Κούβας)[1], με
χρονολογική αφετηρία το 1994 υπό την αμερικάνικη πρωτοβουλία του τότε Προέδρου
Κλίντον να συγκροτηθεί μία «παναμερικανική συνεργασία για την ευημερία του
ημισφαιρίου». Στα 21 χρόνια που έχουν περάσει από τότε έως σήμερα έχουν
πραγματοποιηθεί 7 Σύνοδοι Κορυφής με κρίσιμα θέματα για την ημισφαίριο, όμως
από την αρχή διαμορφώθηκε ένα διαπραγματευτικό και συντακτικό σχετικό πλαίσιο
που συνάπτει αυτές τις συναντήσεις με τις γεωπολιτικές προϋποθέσεις και
προθέσεις της αμερικανικής ατζέντας ενόψει της διατήρησης της εποπτείας της
πάνω στην λατινοαμερικάνικη περιφέρεια.
Ωστόσο στην πρόσφατη έκδοσή της ο Προέδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ομπάμα καταφτάνει
με αμυδρές προσπάθειες άσκησης επιρροής πάνω σε μία περιοχή που τα τελευταία
χρόνια έχει συμβάλλει σε πολλαπλές προσπάθειες απεξάρτησης των περιφερειακών
της πολιτικών από την γεωπολιτική στρατηγική των Η.Π.Α για την Λατινική Αμερική.
Και όμως, τις βορειοαμερικανικές επιδιώξεις δεν σταμάτησαν να διαμορφώσουν ένα
πλέγμα χαμηλών συγκρούσεων ώστε να καλλιεργηθεί ένα ευνοϊκό κλίμα στις
δυνατότητες επιβολής εκ μέρους των Η.Π.Α. Τρεις πρόσφατες ημερομηνίες είναι ενδεικτικές
ως προς αυτήν την κατεύθυνση της βορειοαμερικανικής κυβέρνησης να επηρεάσει
τους συσχετισμούς δυνάμεων που έχουν συγκροτηθεί στην Λατινική Αμερική ανάμεσα
στο προοδευτικό τόξο των κεντροαριστερών κυβερνήσεων και τις αμερικανόφιλες κυβερνήσεις των υποταγμένων
χωρών (λ.χ Μεξικό):
α) 17 Δεκεμβρίου 2014: Ξεκίνημα για την
επαναφορά μετά από 55 χρόνια διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Κούβας και Η.Π.Α.
β) 14 Ιανουαρίου 2015: Δολοφονία του
Γενικού Εισαγγελέα της Αργεντινής ο Νίσμαν και τις αβάσιμες κατηγορίες εις
βάρος της Προέδρου της χώρας αυτής Κριστίνα Φερνάντες.
γ) 10 Μαρτίου 2015: Η διπλωματική επίθεση
του Αμερικανού Προέδρου εναντίον της Βενεζουέλας με κυρώσεις εναντίον επτά
στρατιωτικών αξιωματικών της και κυρίως με την δήλωσή του ότι Βενεζουέλα
αντιπροσωπεύει μία πραγματική και εξαίρετη απειλή για την εθνική ασφάλεια και
την εξωτερική πολιτική των Η.Π.Α.
Ο σκοπός της
διακυβέρνησης Ομπάμα με τις ενέργειες αυτές εναντίον της Βενεζουέλας και της
Αργεντινής είναι ξεκάθαρα η αποσταθεροποίηση της περιοχής, η οποία την
τελευταία δεκαετία είχε εμπεδώσει την πολιτική ανεξαρτησία και την κυριαρχία
της περιφέρειας. Αυτό το γεγονός αποδεικνύεται από τις συμμαχίες και διασκέψεις
μεταξύ των λατινοαμερικάνων χωρών με αποτέλεσμα την συγκρότηση ενταξιακών
συγκροτημάτων γεωπολιτικής και γεωοικονομικής σημασίας που στοχεύουν στην ισχυροποίηση
της λατινοαμερικάνικης περιφέρειας. Η ισχυρές οικονομικές επενδύσεις της Ρωσίας
και Κίνας στην περιοχή, ειδικά στην Αργεντινή, Βραζιλία, Βενεζουέλα, Κούβα και
Νικαράγουα, διακινδυνεύουν τηω ιστορικά δυνατή γεωοικονομική θέση των Η.Π.Α
στην Λατινική Αμερική. Σύμφωνα με
στατιστικές του Πεκίνου, η εμπορικές συναλλαγές της Κίνας με την Λατινική
Αμερική ξεπερνούν το 2014 το ύψος των 240 δις. δολάρια. Σε αυτό πρέπει να
αθροίσουμε και τα σχέδια γεωστρατηγικής σημασίας όπως το Διειρηνικό Δίκτυο
μεταξύ Νικαράγουας και Κίνας, του οποίου τα έργα ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο 2014,
με αφετηριακές επενδύσεις αξίας 50 δις. δολάρια.
Οι προαναφερθείσες επιθετικές
ενέργειες εκ μέρους της βορειοαμερικανικής κυβέρνησης δεν μπορούσαν να απειλήσουν
πλέον ή να σιωπήσουν τις φωνές των εκπροσώπων της Κούβας, Βενεζουέλας,
Αργεντινής και Ισημερινού, που με σκληρά και συγκροτημένα λόγια έθεσαν ζητήματα
ζωτικής σημασίας για την περιοχή, ενώ 12 χώρες καταδίκασαν ρητά στην Σύνοδο την
κύρωση της αμερικάνικης κυβέρνησης εναντίον της Βενεζουέλας.
Είναι γεγονός ότι ακόμα με τα πολλαπλά ζητήματα που
αντιμετωπίζουν οι λατινοαμερικανικές χώρες ως προς την ενοποίησής της, τα
εσωτερικά προβλήματα στην διαχείριση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών
ζητημάτων που μαστίζουν τις κοινωνίες αυτές, μιλάμε για διαφορετική Λατινική
Αμερική στην οποία δεν υπάρχει περίπτωση πια να στηθούν δικτατορίες α λα κάρτα
για λογαριασμό της αμερικανικής υπερδύναμης, ούτε να αποφασιστεί στο Λευκό Οίκο
τι πρέπει να γίνει στην περιοχή. Η αλλαγή εποχής έχει στιγματιστεί από την
σκληρή αντίδραση των λαϊκών κινητοποιήσεων, των αντικαπιταλιστικών κινημάτων,
την εθνικοποίηση των ζητημάτων και την
πιθανότητα να συγκροτηθεί μία λατινοαμερικανική συμμαχία με πολυμερή θεσμικά
όργανα που να επιτρέπουν την αυτοκυριαρχία της περιφέρειας.
Από την Πρώτη Σύνοδο επί Κλίντον το 1994 μέχρι σήμερα
το γεωπολιτικό πεδίο στο οποίο θα μπορούσαν τα ισχυρά συμφέροντα των Η.Π.Α να
δράσουν έχει αλλάξει πολύ. Τότε ο Κλίντον είχε επιδιώξει η επιβολή σε όλη την
ήπειρο του Παναμερικανικού Συμφώνου για το Ελεύθερο Εμπόριο (ALCA), αλλά μόνο
το πέτυχε με ολίγες χώρες. Με μία φιλελεύθερη ατζέντα βασισμένη στην
υπεράσπιση της δημοκρατίας, το ελεύθερο
εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη και με στόχο την συνθηκολόγηση μίας συμφωνίας
παναμερικάνικης εμβέλειας –εκείνης της ALCA- ήθελε ακριβώς να πέτυχει εκείνο
που σήμερα θέλει να πετύχει ο Μπαράκ Ομπάμα με την πανευρωπαϊκής εμβέλειας
Διατλαντική Συνθήκη (TTIP). Στην 4η
Σύνοδο τον 2005 όμως, η αμερικάνικη διεργασία της σύνταξης αυτού του Παναμερικανικού Συμφώνου για το Ελεύθερο
Εμπόριο απέτυχε παταγωδώς και, υπό σκληρές αντιπαραθέσεις, ακούστηκε την
αποφασιστική θέση της ενοποιημένης λατινοαμερικανικής περιφέρειας εναντίον του.
Ο τότε Πρόεδρος της Βενεζουέλας Τσάβες εξέφρασε μία σκληρή δήλωση για το ύπουλο
Σύμφωνο: ALCA σκασμός!
Στην Έβδομη αυτή Σύνοδος, απέναντι στο γεγονός που
προέκυψε πριν ένα μήνα με την κυβέρνηση Μαδούρο, δεν υπήρχε καμία χώρα να
υποστηρίξει τον Αμερικανό Πρόεδρο στην προσπάθειά του να στρατευθεί εναντίον
της Βενεζουέλας. Το σχέδιο Β’ για τον Ομπάμα, μίας που τα στελέχη του μπορούσαν
να προβλέψουν την διπλωματική του ήττα στην Σύνοδο ήταν ένα μικροπολιτικό σχέδιο
«ανατροπής» του Φορούμ της Κοινωνίας των Πολιτών που κανονικά λειτουργεί
παράλληλα με την Συνόδου Κορυφής, αποτελούμενο από φορείς της κοινωνίας των
πολιτών όλης της Αμερικής. Με διαφορετικές ομάδες της Βενεζουέλας και Κούβας,
των οποίων πρωταγωνιστών τους θα ήταν φυσικά οι κουβανικές και βενεζουελαϊκές υποστηρικτές
των αμερικάνικων συμφερόντων με τον πολιτικό μανδύα της civil society.
Κατά τον Τζέιμς Πέτρας, η αμερικάνικη κυβέρνηση πήγε
στην Σύνοδο με μία μόνη τακτική: Μίαν διαπραγματευτική προσέγγιση προς την
Κούβα με στόχο την εξομάλυνση των διπλωματικών τους σχέσεων σε συνδυασμό με μία
πολιτική εσωτερικής επέμβασης στα επιμέρους εθνικά ζητήματα, η οποία βασίζεται
στην στήριξη των ομάδων που αντιπολιτεύονται τόσο τον Πρόεδρο Μαδούρο στη
Βενεζουέλα όσο και των Ραούλ Κάστρο στην Κούβα.
Ο Πρόεδρος Ομπάμα δεν έφτασε μόνο με αυτά
τα «αμφιλεγόμενα» μηνύματα της εξωτερικής του πολιτικής στην Λατινική Αμερική,
αλλά και με τα σπασμένα αυγά της εσωτερικής του πολιτικής και των αποτυχημένων
επιχειρήσεών του στη μακράν Μέση Ανατολή και Ουκρανία: Η άνοδος του ρατσισμού
με τις φρικώδες σκηνές όπου αστυνομικοί δολοφονούν εν ψυχρώ και συνεχώς τους
Αφροαμερικανούς στους δρόμους, η συνεχιζόμενες ήττες στην Μέση Ανατολή. Τελειώνοντας
την δεύτερη εκλογική του περιόδου πρέπει να βρει στην Λατινική Αμερική κάπου να
αντισταθμιστεί τις αποτυχίες του στη Μέση Ανατολή, και σε αυτή την κατεύθυνση
κινείται ασφαλώς την διαπραγμάτευση με τον Ραούλ Κάστρο, αλλά και όλα τα μικρά
παιγνίδια αποσταθεροποίησης –με πολλαπλά σκάνδαλα και κατευθυνόμενη
σκανδαλολογία όπως αρμόζει στην «μαζική δημοκρατία του θεάματος»- μέσα στο
προοδευτικό τόξο της Λατινικής Αμερικής.
Επομένως, ο δημοφιλής και μετριοπαθής δημοκράτης
Μπαράκ Ομπάμα στην σκέτη του ομιλία –μία ομιλία αυτοχαρακτηριζόμενη από τον
ίδιο τον Ομπάμα χωρίς «ιδεολογικές αγκυλώσεις ούτε ιστορικές αναδρομές» και πάντοτε
ο ίδιος υπερπροσανατολισμένος προς το κενό μέλλον όπως αρμόζει σε μία νικήτρια
υπερδύναμη σε πλήρη αποσύνθεση- αναφέρθηκε στην σημασία της ενεργητικής δράσης
της κοινωνίας των πολιτών ως όχημά του ελευθέρου εμπορίου και της ενδυνάμωσης
της δημοκρατίας. Δηλαδή στο Σχέδιο Β’ της Σύνοδος Κορυφής. Αξιοσημείωτο πως ο
ίδιος Πρόεδρος Ομπάμα αναγνώρισε την ύπαρξη σκοτεινών κεφαλαίων στην ιστορία
των διηπειρωτικών σχέσεων. Αυτή η αναγνώριση των Βορειοαμερικανικών σκοτεινών
πολιτικών εις βάρος των λατινοαμερικανικών εθνών (βλ. οι σχετικές παράγραφοι
στην ομιλία του Ραούλ Κάστρο επί του θέματος) συναρτάται με την ανοιχτή του διαπραγμάτευση με την Κουβανική
κυβέρνηση για την άρση των κυρώσεων εις βάρος της κουβανικής κοινωνίας και τις
μεταλλάξεις της εξωτερικής πολιτικής του Λευκού Οίκου τα τελευταία χρόνια επί
Ομπάμα.
Από την άλλη, ο Ραούλ Κάστρο στην ομιλία του
αναφέρθηκε στην ιστορική αποικιοκρατική σταδιοδρομία των Η.Π.Α σε σχέση με τους
λαούς της Λατινικής Αμερικής, προσέφερε μία αναδρομική αναφορά στο πώς
δημιουργήθηκε την ρήξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Κούβας και Η.Π.Α, υπογράμμισε
ποιες είναι οι κατευθυντήριες θέσεις της εξωτερικής πολιτικής της Κούβας σε
σχέση με την υπεράσπιση των συμφερόντων της λατινοαμερικάνικης περιφέρειας καθώς
και αναγνώρισε τα βήματα του Ομπάμα για έναν διάλογο με την Κούβα μετά από
πέντε δεκαετίες μονομερών ενεργειών εκ μέρους της Η.Π.Α. εις βάρος της
κουβανικής κοινωνίας. Ήταν η πρώτη φορά που η Κούβα ως αμερικανικό κράτος
συμμετείχε σε μία Ηπειρωτική Σύνοδο τέτοιας κλίμακας, και αυτό το εξαιρετικό
πολιτικό γεγονός είναι αποκαλυπτικό καθαυτό ως προς την λατινοαμερικανική
προοπτική των περιφερειακών της σχέσεων. Σημειωτέων ότι στην προηγούμενη
συνάντηση που πραγματοποιήθηκε το 2009 στην Κολομβία, εκδηλώθηκε από τους
εκπροσώπους των χωρών της Μπολιαβαριανής Συμμαχίας ότι δε θα συμμετείχαν στην
επόμενη σχετική συνάντηση παρά μόνον αν παρευρισκόταν κανονικά και η Κούβα.
Με την ανάληψη της
πολιτική εξουσίας προοδευτικών κυβερνήσεων μέσω δημοκρατικών διαδικασιών και με
το αποφασιστικό ρόλο που διαδραμάτισαν τα κοινωνικά κινήματα σε διάφορες χώρες
όπως Βολιβία, Ισημερινό, Βενεζουέλα έχει ωριμάσει εν πολλοίς την μπολιβαριανή
και μαρτιανή ιδέα της Λατινοαμερικανικής Ένωσης[2].
Με πρωτοβουλίες που ιδρύθηκαν ή εμπεδώθηκαν όπως η Μπολιβαριανή Συμμαχία για του
Λαούς της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (ALBA),
η Ένωση των Νοτιοαμερικανικών Εθνών (UNASUR),
η Κοινή Αγορά του Νότου (Mercosur) και η Κοινότητα των
Λατινοαμερικανών και Καραϊβικών Κρατών (CELAC),
η λατινοαμερικανική ήπειρος έχει βηματίζει ένα σημαντικότατο γεωπολιτικό άλμα προς
την ολοκλήρωση αυτών των ιδεών που αντλούν αρχικά από την πρωτοεπαναταστική της
εποχή απέναντι στην Ισπανοκρατία.
Ωστόσο η παρουσία της
Η.Π.Α. στην περιοχή δεν είναι καθόλου ασήμαντη. Ακόμα και με την διακυβέρνηση
των προοδευτικών πολιτικών σχημάτων σε επτά χώρες, και την ισχυροποίηση της
λατινοαμερικάνικης συνείδησης για την κοινή ιστορία και την κοινη μοίρα των
εθνών της ακόμα λείπει ένα μεγάλο διάστημα για την ολοκλήρωση της Μπολιβαριανής
και της Μαρτιανής ιδέας. Η Βόρεια Αμερική έχει 36 στρατιωτικές βάσεις σε όλη
την Λατινική Αμερική, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μία πραγματική απειλή για την
περιφερειακή της αυτοκυριαρχία. Τα διάφορα διπλωματικά και διηπειρωτικά θεσμικά
εργαλεία, το μεταναστευτικό, τη σκληρή εξαγωγική και εισαγωγική θέση που έχει σε
πολλές λατινοαμερικάνικες χώρες καθώς και τα στρατιωτικά αποθέματα και τα
χρηματοπιστωτικά κέντρα καθιστούν μία πραγματική δύναμη που ευνοεί τη θέση των
Η.Π.Α στην Λατινική Αμερική.
[1]
Η
Κούβα είχε αποκλεισθεί από τη συμμετοχή της στις προηγούμενες Συνόδους Κορυφής
υπό το ίδιο κριτήριο με το οποίο βρίσκεται έξω από την Οργάνωση των Αμερικάνων
Κρατών (ΟΕΑ): Δεν θεωρείται μία δημοκρατία. Μετά το 1990 με τον τερματισμό της
ψυχροπολεμικής εποχής, και την άρση της απομόνωσης της Κούβας από το
ημισφαίριο, το Κουβανικό κράτος αρχίζει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις
λατινοαμερικανικές σχέσεις ώστε να είναι αδιανόητο να μην το έχουν υπόψη σε οποιαδήποτε
ημισφαιρικό ή περιφερειακό πλαίσιο.
[2]
Αναφερόμαστε εδώ στην
λατινοαμερικάνικη ιδέα του Μεγάλου Ηρώα της Εθνικής Ανεξαρτησίας της Κούβας,
Χοσέ Μαρτί, όπως την διατύπωσε σε πολλαπλά πολιτικά, ποιητικά κείμενά του,
κυρίως στο δοκίμιο «Η καθ’ μας Αμερική» και στο «Μήτερ Αμερική». Ο Χοσέ Μαρτί είναι από τις ποιο σημαντικές
μορφές του λατινοαμερικάνικου 19ου αιώνα.